Λοιμώξεις
Ένα πρόβλημα για τη δημόσια υγεία αποτελούν τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα (ΣΜΝ), τα οποία μεταδίδονται πρωτίστως με τη σεξουαλική επαφή και μπορεί να οφείλονται σε βακτηρίδια, μύκητες, πρωτόζωα, παράσιτα και ιούς.
Στα ΣΜΝ συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η σύφιλη, η γονόρροια, οι χλαμυδιακές λοιμώξεις, ο έρπητας των γεννητικών οργάνων, η βακτηριακή κόλπωση, οι λοιμώξεις από τριχομονάδες, οι λοιμώξεις από τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων, οι ηπατίτιδες και η λοίμωξη από τον ιό HIV. Κάποιες φορές χρησιμοποιείται και ο όρος Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενες Λοιμώξεις για να τονιστεί το γεγονός ότι υπάρχουν ασθενείς οι οποίοι δεν εμφανίζουν συμπτώματα.
Οι λοιμώξεις που προκαλούν ΣΜΝ δύναται να εντοπιστούν στα σωματικά υγρά, όπως το σπέρμα, στη δερματική επιφάνεια των γεννητικών οργάνων και πέριξ αυτών, στο ορθό, στον λαιμό και στο στόμα. Σε κάποιες περιπτώσεις ο ασθενής μπορεί να νιώσει δυσφορία και πόνο και σε κάποιες άλλες μπορεί να μην υπάρχει κανένα σύμπτωμα.
Σε κάθε περίπτωση, αν το ΣΜΝ δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, τότε ενδέχεται να προκληθεί πυελική φλεγμονώδης νόσος, χρόνιο πυελικό άλγος, υπογονιμότητα και καρκίνος του τραχήλου της μήτρας.
Για να προληφθεί και να ελεγχθεί η διασπορά των ΣΜΔ υπάρχουν συγκεκριμένα βήματα τα οποία έχουν σχεδιάσει οι διεθνείς υγειονομικοί οργανισμοί:
- Προγράμματα ενημέρωσης, παρέμβασης και προαγωγής υγείας
- Συμβουλευτικές δράσεις σχετικά με τις συμπεριφορές υψηλού κινδύνου και τη σημασία υιοθέτησης μέτρων αυτοπροστασίας, όπως η επιμελής χρήση προφυλακτικού
Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα υπάρχει ανησυχία σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς παρατηρείται αυξημένη αντοχή του γονόκοκκου στα αντιβιοτικά. Ειδικά στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Μελέτη Αντοχής Γονόκοκκου έδειξε ότι αυξήθηκε η μειωμένη ευαισθησία του γονόκοκκου στα προτεινόμενα αντιβιοτικά, όπως η κεφιξίμη κατά 5%, φτάνοντας το 9% σε 17 χώρες της Ε.Ε.
Πώς αντιμετωπίζονται όμως τα ΣΜΝ; Αρχικά με τη σωστή διάγνωση μέσω κλινικής και εργαστηριακής εξέτασης, στη συνέχεια με τη χορήγηση της κατάλληλης θεραπείας, έπειτα με την ενημέρωση των ερωτικών συντρόφων του ασθενούς και τέλος με τη δήλωση και την καταγραφή όλων των κρουσμάτων τα οποία διερευνώνται από τις υγειονομικές υπηρεσίες.
Γονόκοκκος
Ένα από τα πιο κοινά ΣΜΝ είναι ο γονόκοκκος, ο οποίος οδηγεί στη γονόρροια και συνήθως εκδηλώνεται στη γυναίκα με τα συμπτώματα της κολπίτιδας και της τραχηλίτιδας, δηλαδή με βλέννα στα κολπικά υγρά και εφόσον επηρεαστεί και η ουρήθρα, με καύσο κατά την ούρηση και συχνουρία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αν μια έγκυος νοσήσει με γονόρροια, μπορεί να παρουσιαστεί οφθαλμία στο βρέφος που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην τύφλωσή του κατά τη νεογνική ηλικία. Η γονόρροια θεραπεύεται με αντιβιοτικά.
Σύφιλη
Η σύφιλη οφείλεται στην ωχρά σπειροχαίτη (treponema pallidum) και πέρα από τη σεξουαλική επαφή, υπάρχει περίπτωση να μεταδοθεί και στο έμβρυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του τοκετού. Επίσης μπορεί να μεταδοθεί με το φιλί, με τη μετάγγιση φρέσκου αίματος και με τη μεταμόσχευση οργάνων.
Σε πρώτη φάση στον ασθενή παρουσιάζεται ένα έλκος στα γεννητικά όργανα, το οποίο δεν επιφέρει πόνο και φεύγει μετά από 3 ή και 10 εβδομάδες. Στη δεύτερη φάση η σύφιλη εμφανίζεται ξανά μετά από 2 μήνες με εξάνθημα, διόγκωση λεμφαδένων και πυρετό. Η τρίτη φάση δεν εκδηλώνεται με κάποιο σύμπτωμα και η τέταρτη φάση προσβάλλει τα αγγεία και το νευρικό σύστημα.
Η σύφιλη θεραπεύεται με αντιβιοτικά, αρκεί να διαγνωστεί εγκαίρως.
Τριχομονάδες
Έτερος μικροοργανισμός που ανήκει στα ΣΜΝ είναι οι τριχομονάδες, οι οποίες προκαλούν συμπτώματα κολπίτιδας στις γυναίκες. Στους άνδρες όταν οι τριχομονάδες διατρέξουν την ουρήθρα μπορεί να μην φανερώσουν κάποιο σύμπτωμα, αλλά στις γυναίκες μόνο το 50% δεν θα εμφανίσει συμπτώματα.
Η φλεγμονή εκδηλώνεται συνήθως με δυσουρία, ή με την έκκριση δύσοσμου κολπικού υγρού και μάλιστα σε αφρώδη υφή και χρωματισμό γκρι με πράσινο. Η διάγνωση γίνεται με την εξέταση των κολπικών υγρών. Η ίαση επέρχεται μετά από τη λήψη αντιβιοτικού για τουλάχιστον 7 ημέρες.
Χλαμύδια
Το πιο συχνό ΣΜΝ είναι η χλαμυδιακή λοίμωξη, η οποία μπορεί να καταλήξει σε σαλπιγγίτιδα και πυελική φλεγμονή, εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Το 30-50% των ασθενών δεν θα παρατηρήσει συμπτώματα με αποτέλεσμα η χλαμύδια να επιμένει ακόμη και επί σειρά ετών.
Όταν υπάρχουν συμπτώματα, αυτά αφορούν αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, αιμορραγία μετά τη σεξουαλική επαφή και πόνο κατά τη διάρκειά της, δυσουρία ή συχνουρία. Αφού εξεταστούν τα κολπικά υγρά, η θεραπεία περιλαμβάνει αντιβιοτικά για τουλάχιστον 10 ημέρες τόσο για τον ασθενή όσο και για τον σύντροφό του.
Έρπης
Ο ιός του απλού έρπητα είναι ο υπεύθυνος για τον έρπητα των γεννητικών οργάνων που αφορά αρκετά ζευγάρια. Υπάρχουν δύο τύποι του ιού: ο HSV 1 που επηρεάζει την περιστοματική περιοχή και ο HSV 2 που μειωθεί ότι επιχείλιος έρπης που εμφανίζεται στο στόμα εξαιτίας άγχους, δύναται να μολύνει τα γεννητικά όργανα, εφόσον έρθει σε επαφή μαζί τους.
Μετά τη μόλυνση με έρπη, συνήθως παρουσιάζεται ερυθρότητα με πόνο ή καύσο και μετά στο ίδιο σημείο εμφανίζονται φυσαλίδες που παραμένουν για 5 ημέρες προτού ξεραθούν. Η λοίμωξη με έρπητα διαρκεί, περίπου, 15 ημέρες. Ακόμη και όταν υποχωρήσουν τα συμπτώματα, ο ιός παραμένει στον οργανισμό ενεργός αν και σε σιωπηλή μορφή. Η θεραπεία του έρπητα απαιτεί ιοστατικά σκευάσματα.
HPV-ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων
Ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων ή κονδυλωμάτων, ο λεγόμενος HPV, έχει εξαιρετικά υψηλή μεταδοτικότητα και μεταδίδεται πρωτίστως με τη σεξουαλική επαφή. Μπορεί να εκδηλωθεί σε 3 εβδομάδες από τη μόλυνση ή ακόμη και 8 μήνες μετά. Κάποιοι από τους υπάρχοντες τύπους του HPV μπορούν να προκαλέσουν βλάβες κυρίως στον τράχηλο της μήτρας και στο αιδοίο και κατά συνέπεια να σχηματιστούν προκαρκινικές συνθήκες.
Ο ιός εκδηλώνεται με κονδυλώματα, συχνά εμφανή και με γυμνό μάτι. Το χρώμα τους μπορεί να διαφέρει και να είναι ακόμη και ίδιο με το χρώμα του δέρματος. Κάθε μόλυνση με HPV πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα με τον έλεγχο του κόλπου και του τραχήλου.
Τα κονδυλώματα στο δέρμα αντιμετωπίζονται με τοπική αγωγή ή με αφαίρεση με τη μέθοδο της καυτηρίασης ή της εξάχνωσης. Η ίδια μέθοδος ακολουθείται και για να καταστραφούν τα μολυσμένα κύτταρα στον τράχηλο.
AIDS-HIV
Ο ιός της ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου, ο HIV, οδηγεί στο σύνδρομο της επίκτητης ανοσοανεπάρκειας, το γνωστό AIDS, το οποίο προκαλεί μείζονα διαταραχή στο ανοσοποιητικό σύστημα με τελικό αποτέλεσμα την εμφάνιση απρόβλεπτων λοιμώηεων και νεοπλασιών.
Ο κύριος τρόπος μετάδοσης του HIV είναι η σεξουαλική επαφή. Αφότου μολυνθεί ο ασθενής, ξεκινάει μία ασυμπτωματική περίοδος κατά την οποία όμως το άτομο μπορεί να μεταδώσει τον ιό.
Ενόσω μειώνονται τα CD4+ λεμφοκύτταρα τότε αρχίζουν να «ξεπηδούν» συμπτώματα όπως μια ευκαιριακή λοίμωξη, νευρολογικές παθήσεις ή και όγκοι. Ειδικά στις γυναίκες μπορεί να καταγραφούν ανωμαλίες στα ευρήματα του τεστ Παπανικολάου και μεγάλη παρουσία κονδυλωμάτων. Το προφυλακτικό παραμένει ο καλύτερος τρόπος αποφυγής του HIV.
Ηπατίτιδα Β και C
Η ηπατίτιδα B και C οφείλονται στους ομώνυμους ιούς της ηπατίτιδας B και C και μπορούν να προκαλέσουν μείζονος σημασίας βλάβες στο ήπαρ. Οι δύο αυτοί τύποι ηπατίτιδας μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, με μετάγγιση αίματος, με τη χρήση κοινών συρίγγων, ξυραφιών και ειδών στοματικής υγιεινής και μπορούν κάλλιστα να μεταδοθούν από την εγκυμονούσα στο έμβρυο.
Ο ασθενής μπορεί να μην παρουσιάσει συμπτώματα ή μόνο κάποια ήπιας έντασης, όπως κόπωση, δέκατα, ανορεξία, εμετό, ναυτία. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί ως κεραυνοβόλος ηπατίτιδα ή να μετεξελιχθεί σε χρόνια κατάσταση. Η διάγνωση γίνεται με αιματολογικές και η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη με μέτρα προφύλαξης και υγιεινής και ο εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β.
Κυτταρομεγαλοϊός
Ο κυτταρομεγαλοϊός μεταδίδεται με τις εκκρίσεις του φάρυγγα, του κόλπου, του τραχήλου της μήτρας, με τα ούρα, τα κόπρανα και τη μετάγγιση αίματος. Επιπλέον, οι κακές συνθήκες υγιεινής αποτελούν πρόσφορο έδαφος εξάπλωσης του κυτταρομεγαλοϊού.
Ο ασθενής μπορεί είτε να μην παρουσιάσει συμπτώματα είτε να εκδηλώσει κάποια παρόμοια με της γρίπης, όπως ο πυρετός. Παράλληλα, εφόσον μολυνθεί η έγκυος τότε ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι για το έμβρυο. Διαγιγνώσκεται με εργαστηριακές εξετάσεις και η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη και η τήρηση των μέτρων υγιεινής.
Μύκητες και ΣΜΝ
Ο πιο γνωστός μύκητας που αφορά τα ΣΜΝ είναι ο Candida albicans. Είναι υπεύθυνος για το 90% των περιστατικών μυκητισιακής κολπίτιδας, ενώ στον άντρα προκαλεί φλεγμονή της βαλάνου και της πόσθης στο πέος.
Στις γυναίκες είθισται να παρουσιάζεται με αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, φαγούρα, καύσο στον κόλπο και στο αιδοίο. Στους άνδρες εμφανίζεται με πόνο και ερυθρότητα στη βάλανο, αν και υπάρχει η περίπτωση να μην εμφανιστεί κανένα σύμπτωμα.
Ο Candida albicans διαγιγνώσκεται με κλινική εξέταση και καλλιέργεια κολπικών υγρών και θεραπεύεται με αντιμυκητισιακά χάπια ή κρέμες.